Η απόφαση για χειρουργική θεραπεία λαμβάνεται σε περιπτώσεις σοβαρής παχυσαρκίας (Δ.Μ.Σ > 40) και επίμονης παχυσαρκίας (περισσότερο από 5 χρόνια) και εφ’ όσον οι προηγούμενες συντηρητικές θεραπείες με δίαιτες και φάρμακα δεν έχουν αποδώσει. Μερικές φορές η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται και σε ελαφρότερες μορφές παχυσαρκίας (Δ.Μ.Σ > 35) όταν υπάρχουν συνοδά προβλήματα όπως σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, υποαπνοϊκό σύνδρομο κ.α. και θα υπάρξει σημαντική ωφέλεια από την απώλεια βάρους. Η ηλικία πρέπει να είναι μεταξύ 18 και 65 ετών και ο ασθενής πρέπει να κατανοήσει τις μεταβολές του τρόπου ζωής του.
Η επιλογή της καταλληλότερης επέμβασης κατά περίπτωση, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως ο Δ.Μ.Σ, το φύλο, η ηλικία, το ιατρικό ιστορικό, οι διαιτολογικές συνήθειες, η κοινωνική ζωή και το περιβάλλον του ασθενούς. Η επιλογή θα γίνει με την καθοδήγηση του εξειδικευμένου χειρουργού, αφού όμως ο ασθενής έχει κατανοήσει πλήρως τις αλλαγές που θα φέρει στη ζωή του το χειρουργείο. Το σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί η συνεργασία του ασθενούς μετά την επέμβαση είναι οπωσδήποτε απαραίτητη. Όσο μεγαλύτερο είναι το πλεονάζον βάρος, τόσο πιο δραστική θα πρέπει να είναι η χειρουργική επέμβαση. Οι επεμβάσεις περιοριστικού τύπου δύσκολα πετυχαίνουν απώλεια βάρους μεγαλύτερη από 60 κιλά, για αυτό και θεωρούνται μάλλον ανεπαρκείς στη βαριά παχυσαρκία (Δ.Μ.Σ > 55). Οι ασθενείς αυτοί θα ωφεληθούν περισσότερο από μια επέμβαση δυσαπορρόφησης. Στις εξαιρετικά βαριές μορφές παχυσαρκίας μπορεί να σχεδιαστεί μια πολυσταδιακή προσέγγιση. Να γίνει δηλαδή αρχικά μια περιοριστικού τύπου επέμβαση και αφού χαθεί αρκετό βάρος, να ακολουθήσει, αν χρειασθεί, και δεύτερη επέμβαση εντερικής παράκαμψης.
Οι επιπλοκές στη χειρουργική της παχυσαρκίας διακρίνονται σε :
α) περιεγχειρητικές, αυτές δηλαδή που μπορεί να συμβούν στο χειρουργείο και μέσα στις πρώτες 30 μέρες μετά την επέμβαση και
β ) απώτερες, που έχουν σχέση με το είδος της επέμβασης.
Το ποσοστό των περιεγχειρητικών επιπλοκών είναι σε γενικές γραμμές μικρό, όταν η επέμβαση γίνει με σωστή τεχνική και τηρηθούν οι ενδείξεις. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι επιπλοκές αντιμετωπίζονται με επιτυχία.
Οι απώτερες επιπλοκές εμφανίζονται πολύ αργότερα, μήνες ή χρόνια μετά την επέμβαση και δε μπορούν πάντοτε να αποφευχθούν. Η συνεργασία του ασθενούς παίζει σημαντικό ρόλο στη πρόληψη κάποιων από τις επιπλοκές αυτές.
Η ιατρική παρακολούθηση πρέπει να είναι τακτική για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο η συχνότητα και η διάρκεια της εξαρτώνται από το είδος της επέμβασης. Η γαστρεκτομή sleeve είναι η μόνη που δεν απαιτεί μακροχρόνια παρακολούθηση. Ο γαστρικός δακτύλιος απαιτεί την συχνότερη παρακολούθηση λόγω των ρυθμίσεων που πρέπει να γίνονται, κυρίως τον πρώτο χρόνο. Οι επεμβάσεις γαστρικής παράκαμψης απαιτούν μακροχρόνια παρακολούθηση καθώς οι φυσιολογικές μεταβολές που επιφέρουν στο πεπτικό σύστημα εγκυμονούν κινδύνους για τον οργανισμό εάν δεν υπάρχει ιατρική παρακολούθηση.
Για ένα μήνα μετά την επέμβαση, η διατροφή περιλαμβάνει ρευστές και μαλακές τροφές. Μετά τον πρώτο μήνα οι ασθενείς μπορούν σταδιακά να σιτιστούν με στερεές τροφές μασώντας καλά την κάθε μπουκιά και τρώγοντας αργά, μέχρι αισθανθούν κορεσμό. Για καλύτερα αποτελέσματα σχετικά με την απώλεια κιλών, οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν τη κατανάλωση υγρών και μαλακών τροφών με μεγάλη περιεκτικότητα σε λίπος ή ζάχαρη. Οι τροφές αυτές δε δημιουργούν κορεσμό
Όλοι οι ασθενείς που χειρουργούνται λαμβάνουν μια ολιγοήμερη αγωγή που περιλαμβάνει αντιβιοτικά, αντιπηκτικά, ανιελκωτικά φάρμακα, ενδεχομένως παυσίπονα και κάποια πρωτεϊνούχα σκευάσματα.
Οι επεμβάσεις παχυσαρκίας και κυρίως αν έχουν γίνει λαπαροσκοπικά δεν περιορίζουν την άσκηση μετεγχειρητικά. Αντιθέτως, αυτή ενθαρρύνεται για την αύξηση του μεταβολισμού. Μετά από λαπαροσκοπική επέμβαση, ο ασθενής μπορεί να αρχίσει να ασκείται ελαφρά μετά από 2 εβδομάδες, μετά από ανοιχτή επέμβαση μετά από 8 εβδομάδες.
Οι έμετοι είναι πιο συχνοί με το γαστρικό δακτύλιο. Οι ασθενείς θα πρέπει να αφιερώνουν αρκετό χρόνο στο γεύμα και να μασούν πολύ καλά την τροφή. Ωστόσο, περιστασιακά επεισόδια εμέτου μπορεί να συμβούν από δύσπεπτη ,όχι καλά μασημένη τροφή ή από υπερβολικό σφίξιμο του δακτυλίου.
Αυτό εξαρτάται από την επέμβαση που έχει γίνει , αλλά και από τη συμμόρφωση του ασθενούς με τις μετεγχειρητικές οδηγίες και τις ιδιαιτερότητες της κάθε επέμβασης. Γενικότερα, οι επεμβάσεις γαστρικού περιορισμού συνήθως προκαλούν απώλεια της τάξης του 45-65% του πλεονάζοντος βάρους σε 12 μήνες. Οι επεμβάσεις δυσαπορρόφησης προκαλούν μεγαλύτερη απώλεια βάρους( 70-90% του πλεονάζοντος βάρους ) με πολύ λίγους διατροφικούς περιορισμούς.
Θα υπάρξει χαλάρωση όταν χάσω βάρος;
Όταν το πλεονάζον βάρος είναι πάνω από 40 κιλά, το δέρμα συνήθως χάνει την ελαστικότητα του και δεν μπορεί να επανέλθει. Άλλος παράγοντας που συντελεί στη χαλάρωση είναι η ηλικία ( πάνω από 25 έτη). Η χαλάρωση αντιμετωπίζεται επιτυχώς με επανορθωτικές επεμβάσεις.
Η εγκυμοσύνη γενικά είναι καλύτερα να συμβεί μετά από ένα χρόνο περίπου. Η έγκυος που έχει υποβληθεί σε επέμβαση κατά της παχυσαρκίας θα πρέπει να παρακολουθείται στενά εκτός από τον γυναικολόγο και το χειρουργό της.